Εφτά Μήνες Μετά Εφτά Μήνες Μετά

ΟΤΑΝ ΟΛΑ ΦΕΥΓΟΥΝ ΝΩΡΙΣ

Ο Νίκος ήρθε με το τρένο
μαζί μ' εκείνο το παιδί,
που η μάνα του είχε πει μια μέρα στη δικιά μου
πως θα μου καταστρέψει τη ζωή

Ο Νίκος έφυγε τη νύχτα,
ποτέ δεν είδε τη βροχή,
ποτέ δεν άκουσε τη Μάρθα να φωνάζει
όπως εκείνο το παράξενο πρωί

Τα δάκρυά μας ντρέπονται να βγούνε
όταν η στιγμή το απαιτεί,
μα όταν μια νύχτα η ανάμνηση μας πνίγει,
τα μάτια γίνονται ποτάμια και βροχή

Τα τρένα σήμερα πατάνε παιδιά και ζώα και φυτά,
τρέχουν σαν διάβολοι κι ό,τι βρεθεί μπροστά τους
φεύγει νωρίς και όταν όλα μοιάζουν να είναι θετικά


ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Τα βουνά της Ελλάδας
όσο λίγα βουνά
τον πόλεμο αγάπησαν
Μα η γεύση που έμεινε στα ξερά στήθια τους
δεν ήταν του πολέμου,
αλλά της ακόρεστης ηδονής των εκδρομέων
και των παιδιών των κτηνοτρόφων,
που εναπόθεσαν εκεί
τα μύχια πάθη τους.


ΠΕΡΙ ΠΑΘΟΥΣ '03

(Πάππου, καληνύχτα!)

Απόψε κοιμάμαι στην πόλη
και μια σκέψη η σκέψη μου όλη,
μια λέξη,
η γλώσσα μου όλη μια λέξη:

Πάθος

5 το πρωί,
μετά από νύχτα οδυνηρή, εφιαλτική

Ο παξινίτικος ήλιος ακόμα μου καίει το κορμί.


ΟΙ ΦΡΟΥΡΟΙ ΤΗΣ ΚΑΛΟΣΥΝΗΣ ΜΟΥ

Σε μαρτύριο αυστηρό
- δωδέκατη μέρα
χωρίς νερό, χωρίς αέρα
Με είδαν έντιμο,
να πενθώ συναισθήματα που έχασα,
και με τσάκισαν
οι φρουροί της όποιας καλοσύνης μου.


ΝΑ ΤΟ ΒΟΥΛΩΝΕ (ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ)

Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
η εποχή που χρόνια τώρα με παιδεύει
Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
αυτός ο ήλιος που τις θάλασσες ζεσταίνει
Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
αυτή η φύση που απειλεί το λυπημένο
Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
αυτή η ώρα που σκοτώνει το νεκρό

Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
αυτή η άρνηση που με κρατάει σε νύχτα
Να το βούλωνε, για πάντα να το βούλωνε,
αυτή η σκέψη που έχει πάρει μακριά μου κάθε φως
Κι ύστερα όλα όσα το βούλωσαν μπορούνε πάλι να μιλήσουν
Κι ύστερα όλα όσα το βούλωσαν μπορούνε πάλι να υψωθούν


ΠΑΜΕ ΙΕΡΑ;

Εδώ, στην καρέκλα της συντριβής
κάθομαι και πολεμώ τον εαυτό μου
Ο ευθύς δρόμος της αρετής είναι η τάση μου,
η σκέψη του θανάτου η σιωπή μου

Και μετά...

Ο σπαραγμός με φέρνει πιο κοντά
στη σφαίρα του πνεύματος
Μια μαμά κι ένας γιος φωτίζουν τη νύχτα μου
και είναι για μένα η δύση χαρά,
τα χωράφια, τ’ αστέρια,
τα παιδιά, τα νερά,
τα όνειρα του κόσμου αυτού
προχωράνε μπροστά
και είναι απίστευτο
πώς η φωνή της αναπληρώνει ξανά
την απουσία στα θλιμμένα μωρά

Πάμε ιερά;